Εργάστηκαν: Γεωργία Ζάχου, Αποστόλης Λεμονής, Αλέξανδρος Λαγός, Φλωρίνα Ταλόϊ
Η ακμή της σηροτροφίας, που σημειώνεται στη Χίο από τα Βυζαντινά χρόνια, συνέβαλε καθοριστικά στην ανάπτυξη της οικοτεχνίας και κατ' επέκταση της βιομηχανικής κατεργασίας του μεταξιού, η οποία ήταν μία από τις κύριες ασχολίες των κατοίκων ολόκληρου του νησιού.
Η μεγαλύτερη ακμή όμως σημειώθηκε στα χρόνια της Γενοβέζικης κυριαρχίας (1346-1546). Οι Giustiniani μάλιστα ενθάρρυναν την ενασχόληση των Χιωτών με την υφαντουργία αποβλέποντας στα σημαντικότερα σηροτροφικά κέντρα της περιοχής του μέχρι τη δεκαετία 1870-1880.
Λίγο νωρίτερα, περίπου στο 1830, τοποθετούνται οι πρώτες προσπάθειες ίδρυσης εργοστασίων αναπήνισης από Ελληνες επιχειρηματίες-εμπόρους της διασποράς αλλά και από ξένους, δέκτες και φορείς αυτών των μηχανημάτων της αγοράς. Οι περισσότερες από τις προσπάθειες αυτές απέτυχαν τότε, για διάφορους λόγους, αλλά επαναλήφθηκαν λίγο αργότερα, και πάντως εγγράφονται στη λογική της ενσωμάτωσης της ελληνικής μεταξοπαραγωγής στη διεθνή οικονομία, που γίνεται με την εξειδίκευσή της στα πρώτα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι δυο απόπειρες ίδρυσης τελειοποιημένων υφαντουργείων που έγιναν επίσης την εποχή εκείνη, στην Υδρα και στην Αθήνα απέτυχαν.
Μεταξουργικά Κέντρα
Σουφλί
Το Σουφλί αρχικά εμφανίζεται ως σημαντικό σηροτροφικό κέντρο στις προξενικές εκθέσεις. Ηδη από τις αρχές του 1800 το κουκούλι παίζει σημαντικό ρόλο στη ζωή των κατοίκων του. Στις αρχές του 20ου αιώνα μάλιστα κατασκευάζονται τα πρώτα ειδικά κτίσματα για την εκτροφή μεταξοσκωλήκων. Οσον αφορά το πρώτο μεταξουργείο, δημιουργήθηκε το 1903 από τους αδελφούς Αζαρία.
Ωστόσο, την τριετία 1908-1910 παρατηρείται μείωση των εξαγωγών σε ξηρά κουκούλια. Το γεγονός αυτό αποδίδεται στο ότι σημαντικό τμήμα της σηροτροφικής παραγωγής απορροφάται από τα τοπικά εργοστάσια.
Το 1911, το Σουφλί βρισκόταν σε πλεονεκτική θέση, όμως την κήρυξη του ιταλοτουρκικού πολέμου δημιουργήθηκε κρίση. Σ' αυτό συνέβαλαν και οι τελωνειακοί δασμοί στα κουκούλια ή το μετάξι που προερχόταν από την Τουρκία. Η κρίση εντάθηκε από την μεγάλη πτώση των τιμών των κουκουλιών και του μεταξιού λόγω χαμηλής ζήτησης. Εξαιτίας των Βαλκανικών πολέμων αρχικά και του Α΄ Παγκοσμίου στη συνέχεια, η κρίση παρατάθηκε ως το 1920.
Αφού το Σουφλί ενσωματώνεται στην Ελλάδα, παρατηρείται πτώση στην παραγωγή κουκουλιών διότι δεν υπάρχουν σημαντικές εκτάσεις με μωρεοφυτείες. Ετσι, τα χρηματικά εισοδήματα του Σουφλίου μειώνονται. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί η σηροτροφία και η μεταξουργία ήταν οι βασικές αν όχι αποκλειστικές πηγές χρηματικών εισροών για την πόλη και τους κατοίκους.
Τελειώνοντας θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο πλαίσιο της νέας πραγματικότητας που διαμορφώθηκε για το Σουφλί, μετά το 1922, η σηροτροφία κι η μεταξουργία αναδείχθηκαν στο σημαντικότερο μηχανισμό εκχρηματισμού της σουφλιώτηκης, γύρω από την οποία αναπτυσσόταν το πλέγμα των κοινωνικών σχέσεων και συγκρούσεων.
Χίος
Στην ιστορία των πολύτιμων μεταξωτών υφασμάτων της οθωμανικής περιόδου γνωρίζουμε ότι η Χίος ήταν ένα από τα σημαντικότερα υφαντουργικά κέντρα. Το 17ο και 18ο αιώνα στην παραγωγή βαρύτιμων μεταξωτών η Χίος ως κέντρο υφαντουργίας συναγωνίζεται στις αγορές της Κωνσταντινούπολης, την Προύσα της Βιθυνίας, το μεγαλύτερο κέντρο μεταξουργίας και υφαντουργίας της αυτοκρατορίας. Από τα μεταξωτά υφάσματα της Χίου οι «Καμουχάδες» - παραλλαγές των δαμασκηνών γνωστά στην Ευρώπη με το όνομα «Ottoman», τα μπροκάρ, τα σαντάλ και τα ατλάζια ήταν από τα περιζήτητα υφάσματα στην αυλή των Οθωμανών και μεταξύ των τιτλούχων, καθώς χρησίμευαν στην παρασκευή ανδρικών καφτανιών, γυναικείων φορεμάτων και ως βαρύτιμες στροφές στη διακόσμηση των αρχοντικών.
Μακεδονία
Η Νάουσα και οι γειτονικές της πόλεις, Έδεσσα και Βέροια, παρουσίαζαν σημαντικά πλεονεκτήματα για τη βιομηχανία της βαμβακουργίας. Και οι τρεις πόλεις έχουν κοντά υδατοπτώσεις που παρέχουν φθηνή ενέργεια και βρίσκονται στο κέντρο μια αγροτικής περιοχής, που παρουσιάζει σημαντικό βαθμό εμπορευματοποίησης της παραγωγής της (κρασί, βαμβάκι, μαλλί, μετάξι).
Τέλος, παρ' όλα αυτά, το φυσικό μετάξι δεν είναι ευρέως διαδεδομένο στον Ελλαδικό χώρο. Με την κυκλοφορία του συνθετικού μεταξιού και άλλων συνθετικών υφασμάτων (π.χ. νάιλον) η αγορά του φυσικού μεταξιού έχει ελαττωθεί. Αλλοι λόγοι που συντέλεσαν στην παρακμή του εμπορίου του μεταξιού στην Ελλάδα ήταν η υψηλή τιμή των μεταξωτών υφασμάτων από φυσικό μετάξι, οι σκληρές συνθήκες δουλειάς στα αναπηνιστήρια, η αδιαφορία του κράτους για την τέχνη της μεταξουργίας ως κερδοφόρα επιχείρηση αλλά και γενικότερα ο σύγχρονος τρόπος ζωής που δεν κρίνει απαραίτητη, και επομένως δεν ενθαρρύνει, τη χρήση του φυσικού μεταξιού στην καθημερινή ζωή.